Πώς μπορεί η εξέταση ούρων να εντοπίσει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας

+

Πρόσφατη μελέτη δείχνει πως οι άνθρωποι με σταθερά υψηλά επίπεδα λευκωματίνης ή αλβουμίνης και κρεατινίνης ορού στα ούρα τους, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας.

Το νέο εύρημα υποστηρίζει τη γνωστή σχέση μεταξύ νεφρικής και καρδιακής ανεπάρκειας.

Από τους ερευνητές αναλύθηκαν δείγματα ούρων σχεδόν 7.000 Ολλανδών, οι οποίοι ήταν από 28 έως 75 ετών στην αρχή της μελέτης.

Τα αποτελέσματα της 11ετούς μελέτης έδειξαν πως οι συμμετέχοντες με σταθερά υψηλά επίπεδα τόσο αλβουμίνης όσο και κρεατινίνης ορού στα ούρα τους, είχαν υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ εκείνοι που είχαν υψηλά επίπεδα αλβουμίνης αντιμετώπιζαν αυξημένο κίνδυνο θανάτου από όλες τις αιτίες.

Τα υψηλά επίπεδα κρεατινίνης ορού δεν βρέθηκαν να συνδέονται με τη θνησιμότητα από όλες τις αιτίες.

Η μελέτη επιχείρησε να διερευνήσει τους πιθανούς κινδύνους που έχουν τα σταθερά υψηλά επίπεδα αλβουμίνης και κρεατινίνης, τα οποία φυσιολογικά πρέπει να αυξομειώνονται. Τα ευρήματα μπορούν να αποτελέσουν ένα νέο βιοδείκτη ευαισθησίας για καρδιακή ανεπάρκεια.

Η κρεατινίνη ορού ως δείκτης νεφρικής δυσλειτουργίας

Μια σημαντική λειτουργία των νεφρών είναι να φιλτράρουν την περίσσεια υγρών και αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των οξέων που παράγονται από τα κύτταρα. Όταν λειτουργούν σωστά, τα νεφρά βοηθούν στη διατήρηση μιας υγιούς ισορροπίας χημικών ουσιών στο αίμα κάποιου.

Η επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας σχετίζεται με δυσμενή εξέλιξη της υγείας, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι η νεφρική δυσλειτουργία προκαλεί το πρόβλημα. Οποιαδήποτε αιτιολογική συσχέτιση μπορεί να είναι αντίστροφη: η καρδιακή ανεπάρκεια προκαλεί δυνητικά πρωτεϊνουρία, μη φυσιολογικές ποσότητες πρωτεΐνης στα ούρα.

Οι ειδικοί προτείνουν τη συμπερίληψη απλής εξέτασης ούρων που μετρά την αλβουμίνη και την κρεατινίνη κατά τη διάρκεια των εξετάσεων καρδιακής ανεπάρκειας, μια εξέταση που ελάχιστοι γιατροί συνταγογραφούν.

Το ερώτημα που γεννάται είναι εάν η απώλεια της νεφρικής λειτουργίας που συνδέεται με την καρδιακή ανεπάρκεια, μπορεί να αναστραφεί.

Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η νεφρική λειτουργία μειώνεται σταθερά με την ηλικία.

Αν και αυτή η απώλεια είναι αναπόφευκτη με την πάροδο του χρόνου, είναι δυνατό να επιβραδυνθεί.

Με την κατάλληλη αγωγή οι γιατροί εκτιμούν ότι μπορεί να επιβραδυνθεί κατά 50%.

Τέτοια φάρμακα είναι οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης.

Τα ευρήματα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση European Journal of Heart Failure.