Ετησίως οι καρδιαγγειακές παθήσεις ευθύνονται για το 25% των θανάτων.
Υπάρχουν παθήσεις που επηρεάζουν την καρδιά και το κυκλοφορικό σύστημα, όπως η στεφανιαία νόσος, της καρδιακή ανεπάρκεια και το εγκεφαλικό.
Πολλοί είναι οι παράγοντες οι οποίοι μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισής τους, όπως η κληρονομική προδιάθεση, η διατροφή, το κάπνισμα, τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας κλπ.
Οι ειδικοί έχουν συνδέσει μια κοινή δερματική πάθηση με καρδιαγγειακά προβλήματα.
Έχει αποδειχθεί ότι η ψωρίαση συνδέεται με τις καρδιακές παθήσεις.
Η ψωρίαση είναι ένα χρόνιο, μη μεταδιδόμενο νόσημα που προκαλεί υπέρμετρο πολλαπλασιασμό των δερματικών κυττάρων στην ανώτερη στοιβάδα της επιδερμίδας. Λόγω της πάθησης αυτής, τα δερματικά κύτταρα, τα λεγόμενα κερατινοκύτταρα, δημιουργούν σκληρά στην αφή «μπαλώματα», τις ψωριασικές πλάκες, που αποβάλλονται από το σώμα μας με τη μορφή νιφάδων ή λεπιών και προκαλούν φαγούρα. Τα σημεία που προσβάλλονται συνηθέστερα είναι οι αγκώνες, τα γόνατα, το κρανίο, το κατώτερο σημείο της μέσης μας, οι παλάμες και τα πέλματα.
Το σύμπτωμα μπορεί επίσης να προκαλεί φαγούρα και πόνο. Η ψωρίαση προσβάλλει περίπου 125 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως.
Εκτός από τις εμφανείς βλάβες στο δέρμα, η πάθηση μπορεί επίσης να επηρεάσει λιγότερο ορατά μέρη του σώματος.
Ο Δρ. Joel Gelfand, καθηγητής δερματολογίας και επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή Perelman του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, αποκάλυψε τη σύνδεσή της με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων.
«Όσο πιο εκτεταμένη είναι η ψωρίαση στο δέρμα, τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο έχει ο ασθενής να υποστεί έμφραγμα, εγκεφαλικό και να πεθάνει. Οι υποδιαγνωσμένοι και υποθεραπευμένοι, παραδοσιακοί παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου στους ασθενείς με ψωρίαση είναι επίσης κρίσιμοι για τη διαμεσολάβηση αυτής της σχέσης» δήλωσε.
Η φλεγμονή συμβάλλει στην ανάπτυξη πλακών στα αιμοφόρα αγγεία και μπορεί να οδηγήσει σε αθηροσκλήρωση, βασικό παράγοντα κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων.
Ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι ο αυξημένος καρδιαγγειακός κίνδυνος σε άτομα με ψωρίαση μπορεί να οφείλεται σε μια κατάσταση γνωστή ως στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία.
Πρόσφατη μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Journal of Investigative Dermatology, θέλησε να επιβεβαιώσει τα ευρήματα σε μεγαλύτερη ομάδα.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 448 άτομα με ψωρίαση για να μετρήσουν τη ροή του αίματος στις στεφανιαίες αρτηρίες.
Διαπιστώθηκε ότι στο 31% των συμμετεχόντων η ροή του αίματος ήταν χαμηλή, αλλά το σπινθηρογράφημα δεν έδειχνε σύμπτωμα στεφανιαίας νόσου.
Αυτό σήμαινε ότι περίπου ένας στους τρεις είχε στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία, μία μορφή καρδιακής νόσου που επηρεάζει τα μικρά αιμοφόρα αγγεία που διακλαδώνονται από τις στεφανιαίες αρτηρίες. Στους ασθενείς που πάσχουν από τη νόσο, το αίμα που μεταφέρει οξυγόνο μπορεί να κυκλοφορήσει από τις στεφανιαίες αρτηρίες, αλλά δεν μπορεί να διέλθει φυσιολογικά δια μέσου των μικρών, αλλά σημαντικών αγγείων που προαναφέρθηκαν, γεγονός που προκαλεί θωρακικό άλγος. να μην λειτουργούν όπως θα έπρεπε.
Σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες χωρίς στεφανιαία μικροαγγειακή δυσλειτουργία, οι πάσχοντες είχαν περισσότερες πιθανότητες:
- Να είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία
- Να έχουν υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ)
- Να έχουν υπέρταση
- Να έχουν ψωριασική αρθρίτιδα
Είχαν επίσης περισσότερες πιθανότητες να έχουν πιο σοβαρή ψωρίαση και να ζουν με την πάθηση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Έτσι, όσο αυξανόταν η διάρκεια και η σοβαρότητα της νόσου, τόσο αυξανόταν και ο κίνδυνος εμφάνισης στεφανιαίας μικροαγγειακής δυσλειτουργίας.
Πηγή: express.co.uk