Επέμβαση bypass: Ο λόγος που οι γυναίκες έχουν λιγότερες πιθανότητες επιβίωσης

Μία από τις πιο συνηθισμένες επεμβάσεις καρδιάς αποτελεί το bypass, το οποίο πραγματοποιείται σε καταστάσεις όπου η καρδιά δεν τροφοδοτείται με τη σωστή ποσότητα οξυγόνου και αίματος, λόγω απόφραξης των στεφανιαίων αρτηριών (στεφανιαία νόσος).

Οι στεφανιαίες αρτηρίες περιβάλουν τον καρδιακό μυ και όταν φράζουν προκαλούν στηθάγχη και έμφραγμα.

Με το bypass παρακάμπτεται η αποφραγμένη αρτηρία με φλεβικό ή αρτηριακό μόσχευμα που λαμβάνεται από άλλο σημείο του σώματος (σαφηνής φλέβα, κερκιδική, έσω μαστική αρτηρία) κι έτσι δημιουργείται μια άλλη οδός, ώστε να γίνεται επαρκής αιμάτωση της καρδιάς. Τα μοσχεύματα συρράπτονται στο σημείο προ και μετά της στένωσης της αποφραγμένης αρτηρίας, παρακάμπτοντας έτσι τη βλάβη.

Είναι τεκμηριωμένο ότι οι γυναίκες έχουν λιγότερες πιθανότητες επιβίωσης από την επέμβαση bypass σε σύγκριση με τους άνδρες και οι ερευνητές πιστεύουν ότι τώρα γνωρίζουν το γιατί.

Οι γυναίκες τείνουν να είναι πιο ευάλωτες στην απώλεια αίματος κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης -συγκεκριμένα των ερυθρών αιμοσφαιρίων- από ό,τι οι άνδρες, κατέληξαν οι ερευνητές στο Weill Cornell Medicine στη Νέα Υόρκη.

Η γνώση ότι η αναιμία που συνδέεται με τη χειρουργική επέμβαση αυξάνει τους κινδύνους για τις γυναίκες ασθενείς, πρέπει να ωθήσει στη διασφάλιση της επιβίωσής τους κατά τη διάρκεια των επεμβάσεων παράκαμψης στεφανιαίας αρτηρίας, δήλωσαν οι ερευνητές.

Η ελαχιστοποίηση της απώλειας αίματος είναι «ένας τομέας που μπορεί να αναληφθεί δράση για τη βελτίωση της θνησιμότητας στις γυναίκες μετά από χειρουργική επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης και τη μείωση του χάσματος μεταξύ των δύο φύλων», αναφέρουν οι ερευνητές με επικεφαλής τον Δρα Mario Gaudino, καθηγητή καρδιοθωρακικής χειρουργικής στο Weill Cornell.

Η νέα μελέτη βασίζεται σε δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από την Εταιρεία Θωρακοχειρουργών και αφορούν πάνω από ένα εκατομμύριο ασθενείς που υποβλήθηκαν σε επέμβαση bypass.

Οι αριθμοί επιβεβαίωσαν το «χάσμα μεταξύ των δύο φύλων»: Το 1,7% των ανδρών πέθανε κατά τη διάρκεια των επεμβάσεων bypass, ποσοστό που στις γυναίκες έφτασε το 2,8%, μια διαφορά σχεδόν 50%, σημείωσαν οι ερευνητές.

Στη συνέχεια εξέτασαν ένα ευρύ φάσμα πιθανών παραγόντων -ηλικία, εθνικότητα, σοβαρότητα της καρδιακής νόσου, ιστορικό προηγούμενου εμφράγματος, άλλες παθήσεις- που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αυτή τη διαφορά.

Εξέτασαν επίσης τους παράγοντες που εμπλέκονται στην ίδια τη χειρουργική επέμβαση, όπως το χρονικό διάστημα που χρειάστηκε να τοποθετηθούν οι ασθενείς σε μηχάνημα παράκαμψης καρδιακών πνευμόνων ή τον όγκο και τον τύπο της απώλειας αίματος.

Μόνο ένας παράγοντας ξεχώρισε: Η ανάλυση των αριθμών έδειξε ότι το 38% του υπερβολικού κινδύνου που παρατηρήθηκε στις γυναίκες ασθενείς μπορούσε να αποδοθεί στην επίδραση της απώλειας ερυθρών αιμοσφαιρίων κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης. Πρόκειται για μια κατάσταση γνωστή ως διεγχειρητική αναιμία.

Όπως εξήγησαν οι ερευνητές, κάποια αναιμία είναι αναπόφευκτη, επειδή το μηχάνημα παράκαμψης καρδιάς-πνευμόνων που διατηρεί τους ασθενείς στη ζωή κατά τη διάρκεια αυτών των επεμβάσεων, βασίζεται σε υγρά που αραιώνουν το αίμα.

Το μικρότερο σωματικό μέγεθος των γυναικών όμως, καθώς και το γεγονός ότι τείνουν να έχουν χαμηλότερο αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων από ό,τι οι άνδρες, τις καθιστά πιο ευάλωτες στην διεγχειρητική αναιμία.

Η μελέτη δεν σχεδιάστηκε για να αποδείξει με βεβαιότητα ότι η διεγχειρητική αναιμία ήταν η κύρια αιτία της φτωχότερης επιβίωσης των γυναικών. Οι ερευνητές πιστεύουν ωστόσο ότι θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα για να εξισωθούν οι όροι για τις γυναίκες ασθενείς.

«Η χρήση μηχανημάτων παράκαμψης καρδιάς-πνευμόνων με μικρότερα κυκλώματα, για παράδειγμα, θα περιόριζε τον όγκο του διαλύματος αραίωσης του αίματος που απαιτείται για τη λειτουργία της αντλίας», εξήγησαν.

Οι κλινικές δοκιμές που αποσκοπούν στην απόδειξη της αποτελεσματικότητας τέτοιων παρεμβάσεων έχουν επείγοντα χαρακτήρα, δήλωσε ο Gaudino, ο οποίος είναι και καρδιοχειρουργός στο NewYork-Presbyterian/Weill Cornell Medical Center.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση Journal of the American College of Cardiology.